Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2010

Η γνωριμία με την Ρεντίνα

Χάρτης της ευρύτερης περιοχής των Αγράφων
Η ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ '
Η πρόσβαση-πως φτάνετε στην περιοχή 
 Η οδική πρόσβαση προς την Ρεντίνα γίνετε από δύο εισόδους, είτε από την πλευρά της Καρδίτσας – Κέδρος - Λουτρά Σμοκόβου - Σμόκοβο (55 χιλ.), είτε από την πλευρά της Φθιώτιδος και Ευρυτανίας – Μακρακώμη - Άγιος Γιώργης- Παλαιόκαστρο - Φουρνάς (95 χλμ.) περίπου. Η διαδρομή είναι από μόνη της εξαιρετική και αποτελεί μια πρόγευση θα λέγαμε, όσων πρόκειται να ακολουθήσουν. Από όποιο δρόμο και αν διαλέξετε να φτάσετε, θα μείνετε εκστασιασμένοι από όσα θα δείτε στον δρόμο σας, αφού κάθε λαγκάδι και βουνό που θα συναντήσετε έχει μια ιδιαιτερότητα που δεν απαντιέται συχνά. Εικόνες ανείπωτης ομορφιάς αποκαλύπτονται στον ανύποπτο επισκέπτη και η μαγεία των βουνών τον τυλίγει και τον κρατά δέσμιο. Τα βουνά εδώ είναι σαν πυκνά κύματα και πιασμένα σφιχτά χέρι με χέρι, μοιάζει να σέρνουν ένα ατέλειωτο χορό, είναι μια αρμονική συμφωνία των βουνών.
Η γνωριμία με την περιοχή 
Το κλίμα της Ρεντίνας και της ευρύτερης περιοχής των Αγράφων χαρακτηρίζεται από τους παρατεταμένους χειμώνες και τα μικρά καλοκαίρια, τις άφθονες χιονοπτώσεις που εμφανίζονται μέσα στον Νοέμβρη και διαρκούν ως τον Απρίλη και φυσικά τις συχνές βροχοπτώσεις. Οι ανατολικοί άνεμοι που έρχονται ζεστοί από τον Θεσσαλικό κάμπο και οι βορειοδυτικοί υγροί από τα ορεινά βουνά της Πίνδου και της Ευρυτανίας φέρνουν αντάρες και βροχές μέσα στην κοιλάδα που βρίσκεται η Ρεντίνα. Η Ρεντίνα όμως δεν είναι μονάχα γοητεία και θέλγητρα, είναι θρησκευτικό και ιστορικό προσκύνημα με το Μοναστήρι της, τις παλιές εκκλησιές της και την μακρόχρονη ιστορία της, είναι με λίγα λόγια ένας θαυμαστός όμορφος, ιερός τόπος και από το 1967 χαρακτηρίστηκαν ιστορικά διατηρητέα τα μνημεία της. Είτε χειμώνα επισκεφτείτε την Ρεντίνα είτε καλοκαίρι, είναι μια αλησμόνητη εμπειρία, θα μείνετε κατενθουσιασμένοι γιατί η περιοχή παρουσιάζει δύο ανεπανάληπτες εικόνες, η φύση καταπράσινη ή χιονισμένο αλπικό τοπίο. Η απαράμιλλη ομορφιά του τοπίου με την μαγευτική αισθητική πολυμορφία και φορεσιά κάθε εποχής, πλημμυρισμένη με τα αρώματα των δημιουργημάτων της κατάβλαστης φύσης και την μουσική συμφωνία των ζωντανών στοιχείων του ορεινού χώρου, μια ασύγκριτη φυσική σκηνογραφία προβάλει και συνεπαρμένος θαυμάζεις ένα φαντασμαγορικό ξετύλιγμα εικόνων, είναι ένα κάλεσμα και μια μυσταγωγία μέσα σε σχέδια, χρώματα και ευωδιές. Η Γεωγραφική θέση που κτίσθηκε το χωριό, αποτελεί ζωτική πρόσβαση προσπέλασης στην ορεινή Πίνδο και πάνω στην στράτα Θεσσαλίας και Ρούμελης (μεσοστρατί Καρδίτσας με Καρπενήσι). Παρείχε δε σε αλλοτινούς καιρούς ασφάλεια και μια ιδιότυπη προστασία στους κατοίκους, καθώς είναι περιμετρικά οχυρωμένο από Βορά, Δύση και Νότο με τις πανύψηλες και δύσβατες βουνοκορφές που φράζουν την διέξοδο προς τον Θεσσαλικό κάμπο. Η Ρεντίνα είναι όμορφη και χαρούμενη. Έχει γραφικές ρεματιές, δροσερές λαγκαδιές, καταπράσινες πλαγιές, ωραία υψώματα, νοικοκυρεμένα σπίτια, όλα παστρικά και περιποιημένα, ανοικτό, εκτεταμένο και εξαιρετικά καθαρό ορίζοντα, που βλέπεις την Ανατολή και τη Δύση του ήλιου. Η Ρεντίνα ένα κομμάτι Ελληνικής γης, γύρω γύρω ζώνεται από πανύψηλες οροσειρές, βουνά που ανάθρεψαν την κλεφτουριά και κούνησαν στις ελατοσκέπαστες κούνιες τους το Εικοσιένα, ένα κομμάτι ανταριασμένο με δόξες, έντονες ιστορικές μνήμες και πολύτιμη παράδοση. Η οδική  Η Η Η διαδρομή-το οδοιπορικό στην μαγεία 
Η πρόσβαση προς την Ρεντίνα γίνεται από δύο εισόδους, είτε από την πλευρά της Καρδίτσας, είτε από την πλευρά της Φθιώτιδας. Για τους φίλους των βουνών και των χιλιομέτρων προτείνουμε την κυκλική πανέμορφη διαδρομή Άγιος Γιώργης -Παλαιόκαστρο- Φουρνάς -Ρεντίνα. Εφοδιασθείτε λοιπόν βενζίνη (τελευταίο βενζινάδικο στον Άγιο Γιώργη) πάρτε μαζί σας κάποια χρήματα, γιατί δεν θα βρείτε ΑΤΜ και βέβαια πουλόβερ, γιατί η Πίνδος δεν αστειεύεται, όταν στον Θεσσαλικό κάμπο τα θερμόμετρα έχουν χτυπήσει κόκκινο και φυσικά την φωτογραφική μηχανή, που δεν θα μπορείτε να αφήσετε από τα χέρια σας. Κάθ’ όλη την συναρπαστική διαδρομή οι εικόνες τρέχουν, διαδέ-χονται η μια την άλλη, η εναλλαγή των τοπίων, η μαγεία της φύσης, σκηνές ανείπωτης ομορφιάς χωρίς τέλος και η βουνίσια γοητεία θα σας συνοδεύουν όσο ξεμακραίνετε. Ο φιδίσιος δρόμος δίπλα στην κοιλάδα του Σπερχειού ποταμού, παντού άσφαλτος, διασχίζει την ένδοξη γη της Ρούμελης, μετά δε τον Άγιο Γιώργη ακολουθεί ανοδική πορεία, κάτω από τις ψηλές κορυφές του Βελουχιού, φθάνει στον αυχένα Σερμιτζέλη και από εκεί ο δρόμος κατηφορίζει, κρυμμένος στο πυκνό δάσος από έλατα - Αλπικό τοπίο -χαρίζοντας στον επισκέπτη μια υπέροχη και συναρπαστική διαδρομή, στην συνέχεια διασχίζει μέσα από στροφές το πανέμορφο ελατοδάσος, προσπερνά το Φουρνά και μετά στην θέση του ονομαστού Ζαχαράκι, κατηφορίζει για την κωμόπολη Ρεντίνα. Αν πάλι διαλέξετε την άλλη διαδρομή Δομοκός – Κέδρος - Λουτρά Σμοκόβου- Σμόκοβο διασχίζεται γρήγορα τον κάμπο και μετά δια-βαίνοντας από τα ριζοβούνια, με τις δαντελωτές διακυμάνσεις και συμμετρικές ασφαλτοστρωμένες καμπύλες, αρχίζετε να ανεβαίνετε στις περήφανες και αθάνατες Αγραφιώτικες βουνοκορφές, μπαίνοντας στο βασίλειο της οξιάς. Μην παραλείψετε λοξοδρομώντας λίγο, δεν χάθηκε ο κόσμος, μια επίσκεψη στην Λίμνη Σμοκόβου (επτά χλμ. χωματόδρομος) είναι μια θαυμάσια εμπειρία που αξίζει να απολαύσετε. Η δημιουργία της τεχνητής αυτής λίμνης, μεγάλο έργο παρέμβασης στην αλλαγή του τοπίου, με το κλείσιμο του ποταμού Ονόχωνου, που πηγάζει από την Ρεντίνα και στην συνέχεια η εκτροπή του νερού, δίνει ζωή και ξεδιψάει τον Θεσσαλικό κάμπο που το καλοκαίρι υποφέρει από την λειψυδρία. Η ασφαλτόστρωση του δρόμου για την Λίμνη Σμοκόβου, του δρόμου για το Μοναστήρι της Ρεντίνας και η δημιουργία διαπεριφερειακού δρόμου που θα ενώνει την Καρδίτσα με την Φθιώτιδα (Ρεντίνα - Ροβολιάρι) θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος της τουριστικής ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής. Συνεχίζοντας το ορεινό ανάγλυφο περνάμε από το Σμόκοβο και προσπερνώντας το Αϊδονοχώρι (Χωταίνα), ο δρόμος τραβάει για τερματισμό στην Ρεντίνα. Ο δρόμος κυλά μέσα στο δάσος με τις οξιές, λίγο πριν φθάσετε στην Ρεντίνα, κρίνεται απαραίτητη μια στάση στην Πουρνόβρυση με το καστανοδάσος και την πέτρινη παραδοσιακή βρύση, όπου βρίσκεται ο μοναδικής ομορφιάς νεόκτιστος ναός του Αγίου Φανουρίου-μετόχι του Μοναστηριού. Φθάνοντας στην συνέχεια στον Άγιο Αθανάσιο, ψάχνετε για το χωριό, μην ανησυχείτε είναι παράμερα λίγο πιο κάτω, αθέατο καλά κρυμμένο μέσα στην αγκαλιά των κατάφυτων γύρω βουνών, το ξεχωριστό αυτό στολίδι των Αγράφων, η πολύτιμη Ρεντίνα προικισμένη με ομορφιά απρόσμενη και θύμισες παλιές και σας καλοδέχεται σαν αληθινή Αρχόντισσα-κυρά. Αφήστε τα μάτια σας ελεύθερα, λίγα βήματα σας χωρίζουν από την αγκαλιά της Ρεντίνας, πιο κάτω θα ξεδιπλωθεί το πανέμορφο χωριό, που είναι στην διάθεση σας και σας καλωσορίζει με όλη του την προθυμία και την μεγαλοπρέπεια. Απολαύστε το!! Μερική άποψη της Ρεντίνας 
ΜΝΗΜΕΙΑ-ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ
Γνωριμία με την Ρεντίνα-ξενάγηση
Στο χωριό δεσπόζουν δύο πλατείες, η μια του Αγίου Νικολάου στο παραδοσιακό κέντρο που χτυπά η καρδιά του χωριού, (αναμορφωμένη σήμερα με δαπάνες του μεγάλου δωρητή Ευαγγέλου Νικολ. Χαϊδά) βρίσκεται στην πιο ειδυλλιακή τοποθεσία, με συστάδα από τα θεόρατα κουφαλιασμένα υπεραιωνόβια πλατάνια με πλούσια, πυκνή φυλλωσιά και την παλιά κεντρική πολύκρουνο βρύση, την λεγομένη «Μεγάλη», πάνω της και κάτω από τον επιβλητικό βράχο, στέκεται στην πορεία του χρόνου η εκκλησία του Αϊ Νικόλα του Βουνού. Ο Άγιος Νικόλαος Η ιστορική αυτή εκκλησία στολίδι της Ρεντίνας, βρίσκεται στον κεντρικό δρόμο στο μεσοχώρι του χωριού, σε ένα τοπίο μοναδικής εκπληκτικής ομορφιάς. Ο ναός είναι επιμήκης βασιλική και κατά την παράδοση, η παλαιοτέρα εκκλησία του χωριού, όπου τα μόνα διασωθέντα μέρη του ναού από την ανακαίνιση του 1725 είναι το Ιερό Βήμα και το θαυμάσιο και περίτεχνο, αριστουργηματικό, ξυλόγλυπτο από καρυδιά επιχρυσωμένο Τέμπλο, που ανήκει στην κατηγορία των ψηλών και ο ξυλόγλυπτος άμβωνας επικοσμημένος με ελεφαντοστό, μετά την εκ θεμελίων ανακατασκευή του το 1932. Πολύτιμο ακόμη κειμήλιο του ναού είναι ο Ρωσικός επιτάφιος των αρχών του 18ου αιώνα, αφιέρωμα φιλοπρόοδων Ρεντινιωτών που πρόκοψαν στη Οδησσό. Σήμερα διασώζονται λίγες μόνο τοιχογραφίες στο Ιερό Βήμα. Η δε φορητή με- γαλοπρεπής εικόνα του Αγίου Νικολάου είναι έργο του έτους 1748 των αδελφών Στεργίου και Γεωργίου, μαθητών του Διο-νύσου από τον Φουρνά. Προ του δυτικού τοίχου του ναού στην θέση περίπου που βρίσκεται σήμερα προσκυνητάρι, υπήρχε παλαιά και ο μικρός ναός του Αγίου Χαραλάμπους κτισμένος το 1792, στην διαιώνιση δε της παράδοσης, ότι ο Άγιος Νικόλαος ήταν ο κύριος ναός εξηρτημένης μονής ή ησυχαστηρίου συνέβαλε το γεγονός, προφανώς και η διατήρηση παλαιά κελιών του ναού στο «βακούφικο» που φιλοξενείται πλέον ο εκάστοτε ιερέας. Πιέστε καφεδάκι, ξαποστάστε κάτω από την πυκνή σκιά του γεροπλάτανου και δροσιστείτε από το κρύο νερό της παλιάς πολύκρουνης Μεγάλης βρύσης. Οι γεροπλάτανοι εδώ μετρούν τα χρόνια που περνούν, έχουν προσφέρει Ο γεροπλάτανος στη Μεγάλη βρύση τον ίσκιο τους σε τέσερες γενιές και παρακολουθούν τους ανθρώπους να ζουν και στέκονται ακίνητοι και αλύγιστοι μέσα στο πέρασμα των χρόνων. Συνεχίστε τον δρόμο για την κεντρική πλατεία, εκεί θαυμάστε το Δημαρχείο και το Μνημείο των Πεσόντων υπέρ Πατρίδος Ρεντινιωτών. Νιώστε συγκίνηση και υπερηφάνεια μπροστά στο Μνημείο των Αθανάτων, αυτών που έπεσαν για την ανεξαρτησία της πατρίδας και άνοιξαν δρόμους λευτεριάς για μας. Θαυμάστε ακόμη και το πιο μεγάλο κτίσμα του χωριού, το επιβλητικό με πελεκημένη πέτρα δίπατο Δημοτικό Σχολείο, που δεσπόζει στην πλατεία καθώς και τον Μουσειακό Ναό του Αγίου Γεωργίου, που το συντροφεύει. 
Η κεντρική πλατεία
Περπατώντας στη δροσιά του κεντρικού πεζόδρομου, κατά μήκος του οποίου βρίσκονται τα παραδοσιακά καφενεδάκια, φθάνετε στην μεγάλη κεντρική πλατεία. Η πανέμορφη κεντρική πλατεία, αποτελεί το υπαίθριο σαλόνι για διάλειμμα και καφέ, αγώνα ταβλιού και παίξιμο κολτσίνας, κάτω από τα βαθύσκιωτα πλατάνια. Στην μεγάλη πλατεία στέκονται ασάλευτα η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και το Σχολικό κτίριο, που αποτελούν κόσμημα της Ρεντίνας. Κάθε χωριό που σέβεται τον εαυτόν του και τις παραδόσεις του έχει τις εκκλησίες και τα ξωκλήσια του. Είναι γνωστό άλλωστε ότι το πρώτο κτίσμα αλλά και το κέντρο του χωριού, κυριολεκτικά και μεταφορικά είναι η εκκλησία του. Εδώ στο μεϊντάνι του χωριού πάλλει η καρδιά του, όπου τα πλατάνια μαζί με τα φύλλα και τα κλαριά θροΐζουν το τραγούδι της ζωής, και η πλατεία δένεται και ζει με την ψυχή των κατοίκων. Η κομψή πλατεία αποτελεί το ευρύχωρο χοροστάσι του χωριού για το λαϊκό γλεντοκόπι και το ομαδικό ξέσπασμα σε Αγραφιώτικο ρυθμό, στους ήχους του κλαρίνου του ζουρνά και του νταουλιού. Έγιναν τώρα τελευταία έργα ανάπλασης του ιστορικού κέντρου, καθώς και πλακόστρωση της κεντρικής πλατείας και ευχής έργο θα Το ιστορικό κέντρο - κεντρική πλατεία είναι να στηθούν προτομές των ντόπιων οπλαρχηγών, Νάκου Ρεντινιώτη που τον Φεβρουάριο του 1854 έδιωξε την Αλβανική φρουρά από την Ρεντίνα και του Ευάγγελου Κατσιούλα, που αιχμαλωτίσθηκαν και μαρτύρησε στο πέτρινο αλώνι τον Φεβρουάριο του 1867, από τους άνδρες του Χαλίλ Πασά. Έστω και αργά ύστερα από τόσα χρόνια, σε ένδειξη τιμής και ευγνωμοσύνης στους ένδοξους προγόνους μας αυτούς, για την μεγάλη τους προσφορά που πότισαν με το αίμα τους αυτό το χώμα που τάφηκαν, στο όραμα μιας λεύτερης πατρίδας και για να φανερώνει στις επόμενες γενιές τη δόξα και το μεγαλείο αυτού του χώρου.
Το Δημοτικό Σχολείο
 Είναι το πιο μεγάλο κτίσμα του χωριού, δωρεά του Ανδρέα Συγγρού το 1912, δίπατο χτισμένο εξ ολοκλήρου με πελεκημένη πέτρα, στέκει μέχρι σήμερα επιβλητικό, δεσπόζοντας στο κέντρο της πλα-τείας και πορεύεται στο χρόνο, ως ανεκτίμητη αξία της παράδοσης και του πολιτισμού, έχει δε χαρακτηρισθεί από το υπουργείο Πολιτισμού ως διατηρητέο. Στο Σχολείο αυτό έμαθαν τα στοι-χειώδη γράμματα εκατοντάδες Ρεντινιώτισες και Ρεντινιώτες μέχρι το πολύ πρόσφατο παρελθόν, σήμερα κάνει την θητεία του στην πιο υποβλητική σιωπή. Τα χρόνια διάβηκαν και άλλαξαν οι καιροί και στο χωριό πολλά σπίτια ερήμωσαν, τα νιάτα μίσεψαν σε τόπους μακρινούς και η ζωή στο μέρος μας έπαψε να βλαστίζει, έτσι ρήμαξε το σχολείο από παιδιά και η αυλή του έρμη στέκει. Βουβό, κλειστό τώρα εκεί πέρα, κουβαλάει θύμισες ολάκερης ζωής και αγέρωχα το ερειπωμένο κουφάρι του ορθώνεται και δεσπόζει στην μεγάλη κεντρική πλατεία. Στους τοίχους του ξεχασμένες οι εικόνες, μία του Χριστού και γύρω των Ηρώων, ακόμη στέκουνε μάρτυρες εκεί, να διηγούνται περασμένα μεγαλεία. Του ρολογιού οι δείκτες σταμάτησαν, σε σχόλασμα μεσημεριού και η πόρτα του η βαριά, όταν ξωπίσω μας κάθε φορά θα κλείνει, με ένα τριγμό στενάχωρο, λυπητερό, στο κάθε μας προσκύνημα. 
Ο Άγιος Γεώργιος 
Ο μεγάλος, μονόχωρος επιμήκης με χορούς στα πλάγια, περικαλλής Καθεδρικός Ναό του Αγίου Γεωργίου, καταστόλιστος με εξαιρετικές τοιχογραφίες, κτίστηκε το 1662 σύμφωνα με επιγραφή που βρίσκεται πάνω από την κεντρική εσωτερική είσοδο, η αγιογράφηση του τελείωσε το 1719 από τους αγιογράφους Σεραφείμ από την Χίο και Δημήτριο από το Μέτσοβο και εγκαινιάστηκε δε το 1722 από τον θεοφιλέστατο επίσκοπο Θαυμακού Ζωσιμά, καθόσον η Ρεντίνα είχε αποσπαστεί από την επισκοπή Λιτζάς και Αγράφων. Ανακαινίστηκε το 1789 και κατασκευάστηκε η περίτεχνη σκαλισμένη ξύλινη επίπεδη οροφή του ναού, από τους Δομιανούς τεχνίτες Ιωάννη και Δημήτριο με δαπάνες του φιλογενούς άρχοντα της Ρεντίνας Δημητράκη Τσολάκογλου. Το 1790 ο Δημήτρης Τσολάκογλου τύπωσε στη Βενετία με έξοδά του, την ακολουθία του Αγίου Σεραφείμ εξ Ιωαννίνων, που συνέθεσε ο περίφημος δάσκαλος του Γένους Αναστάσιος Γόρδιος. Η φορητή δε λαμπρή εικόνα του Αγίου Γεωργίου αφιέρωμα και αυτή του Δημητρίου Τσολάκογλου φιλοτεχνήθηκε το 1794 από τον αγιορείτη μοναχό Νικηφόρο. Εντυπωσιακό και περίτεχνο είναι το τέμπλο του, όπως και η Αγία Τράπεζα και ο δεσποτικός θρόνος του ναού, έχουν κατασκευασθεί με το μοναδικής τεχνοτροπίας σκαλιστό ξύλο, από καρυδιά χωρίς καμιά αλλοίωση του φυσικού του χρώματος, δέηση και αυτά του Δημητρίου Τσολάκογλου το 1796 και έργο των τριών αδελφών Γεωργίου, Ιωάννου και Αθανασίου από την Στυλίδα. Στο κτιριακό συγκρότημα του μουσειακού αυτού ναού ανήκουν επίσης και τα δύο παρεκκλήσια του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Σεραφείμ.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου-Παναγία
Ο ναός είναι πολύ παλιός προ του 1659. ‘Όταν η Ρεντίνα ήταν έδρα της ονομαστής επισκοπής «Λιτής και Ρενδίνης» και ήταν ο καθεδρικός ναός. Εξαιρετικής και σπάνιας τέχνης είναι το Βημόθυρο του ναού και το θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο του, της κατηγορίας των ψηλών. Από τις τοιχογραφίες του ναού ελάχι- στες διασώζονται εντός του Ιερού Βή- ματος, έργο του ζωγράφου Ιωάννη που αγιογράφησε και το Μοναστήρι. Ο μονόχωρος επιμήκης Ναός είναι δίπλα στον χώρο του ενοποιημένου Η Κοίμηση της Θεοτόκου- ιστορικού κέντρου, εκεί βρίσκεται Παναγία ακόμη το Βυζαντινό νεκροταφείο στο οποίο θάβανε τους δεσποτάδες, όπου διασώζονται ακόμη και σήμερα οι τάφοι τους, επίσης και το γραφικό παραδοσιακό πέτρινο αλώνι. Στο ναό της Παναγίας βρέθηκε βιβλίο με αφιέρωση του 1623 στον επίσκοπο Λιτζάς και Αγράφων Αρσένιο και 12 εκδόσεις μηνιαίες Ενετίας στον άρχοντα Λάμπρο Μαυροειδή. Αφιερώνονται όλα αυτά στον τότε κεντρικό ναό της Παναγίας στις 24 Ιούλη 1644.
Το Μουσείο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης 
Το Εκκλησιαστικό Μουσείο στεγάζεται στο παρεκκλήσι του Αγίου Σεραφείμ, στο κτιριακό συγκρότημα του Ναού του Αγίου Γεωργίου, ιδρύθηκε το 1975 ύστερα από την μεγάλη κλοπή στο Μοναστήρι το Πάσχα του 1973. Απάνω σε αυτή την σύγχυση και την αναταραχή το 1974, ο τότε Μητροπολί- της Καρδίτσας, έστειλε συνεργείο στην Ρεντίνα με σκοπό να παραλάβει και να μεταφέρει στην Καρδίτσα τις εικόνες του χωριού. Οι Ρεντινιώτες όμως δεν τις έδωσαν παρά την επιμονή του συνεργείου και του Δεσπότη. Η σύσσωμη εξέγερση και αντίδραση των κατοίκων ματαίωσε την μεταφορά. Ύστερα από όλα αυτά, οι κάτοικοι, οι εκκλησιαστικές αρχές του χωριού και οι Σύλλογοι Ρεντινιωτών, αποφάσισαν να δραστηριοποιηθούν για την δημιουργία του Εκκλησιαστικού Μουσείου. Στον ασφαλή χώρο του Μουσείου φυλάσσονται και συντηρούνται παμπάλαιες εικόνες εξαιρετικής τέχνης, τα βαρύτιμα λειτουργικά ιερά σκεύη, η μεταλλική Σταυροπηγιακή σφραγίδα της Μονής, κειμήλια πολυσήμαντης καλλιτεχνικής αξίας, αλλά και παμπάλαια βιβλία, που διασώζονται από αλλεπάλληλες καταστροφές. Ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει εικόνες βυζαντινής τέχνης του 16ου και 17ου αιώνα, πολύτιμούς σταυρούς, δισκοπότηρα και ασημένια εκκλησιαστικά είδη, Ευαγγέλια, παλαιά έγγραφα και βιβλία από το 1535 εκδόσεις Βενετίας. Στο Μουσείο φιλοξενούνται επίσης φορητές εικόνες και πολύτιμα αντικείμενα από τις εκκλησίες του χωριού. 
Το Μουσείο Εθνικής Αντίστασης 
Το Μουσείο στεγάζεται στο ισόγειο του Δημοτικού Σχολείου, ιδρύθηκε το 1990 με στόχο την συγκέντρωση κειμηλίων της Εθνικής Αντίστασης του 1941-44. Διαθέτει αξιόλογο φωτο-γραφικό υλικό, προκηρύξεις, έντυπα, δελτία ενημέρωσης, κειμήλια του αγώνα, σύμβο-λα της Αντίστασης και αντικείμενα όπλα, κάπες και πο-λύγραφο. Στο Δημοτικό Σχολείο της Ρεντίνας στεγάστηκε και λειτούργησε, η Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ το 1944. 
Τα παλιά αρχοντικά 
Τα αξιόλογα πανέμορφα παλιά πέτρινα αρχοντικά είναι δείγμα της αρχιτεκτονικής που επικρατούσε εκείνη την εποχή, διαθέτουν δύο ορόφους με πολλά δωμάτια και αξιόλογο εσωτερικό και εξωτερικό διάκοσμο, με μεγάλα μπαλκόνια και αυλόπορτες παλιάς αρχοντιάς και παράδοσης. Αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα της της οικονομικής και πνευματικής παλιάς Παλιό αρχοντικό ακμής του τόπου. Τα κυριότερα παλιά αρχοντικά που διατηρούνται είναι του Γκούτα, του Ρήγα, του Χαράλ. Κουτή, του Πέτρου Μούτου και του Αναγνωστοπουλου. 
Το κοιμητήρι της Ζωοδόχου Πηγής-Παναγίτσα 
Απόμερα στην πιο περίοπτη θέση του τοπίου, εκεί που πρωτοσκάει ο ήλιος στραμμένο στην ανατολή, βρίσκεται το νεκροταφείο που χρονολογείται από το 1500 μ.Χ. και αναπαύονται σε αυτό οι νεκροί πρόγονοι μας, κάτω από τον λόφο Παλιόκαστρο απολαμβάνουν από τη θέση τους εκεί την ωραιότερη θέα, βλέπουν πανοραμικά το χωριό και αγναντεύουν στα λαγκάδια, στα προσήλια, στην Ανατολή. Κοντά στο νεκροταφείο παλαιότερα υπήρχε ένα Μοναστήρι το οποίο καταστράφηκε από ένα στρατηγό του Αλή Πασά τον Γιουσούφ Αράπη γύρω στα 1805, την ύπαρξη του επιβεβαιώνουν τα θεμέλια του, που διατηρούνται μέχρι σήμερα. Διηγήσεις γεροντότερων έλεγαν για κάποιον καλόγερο με τ’ όνομα Ανδρόνικος. Έναν άσαρκο ξερακιανό  άνδρα που τρεφόταν με ξεροκόμματα και κρεμμύδια και όταν του πήγαιναν οι Ρεντινιώτες φαγητό, αυτός ανακάτευε στο πιάτο του, φασόλια, φακές, κρέας και τα έτρωγε. 
Προσκύνημα στο Μοναστήρι 
Έξω από το χωριό και σε απόσταση επτά χιλιομέτρων ένα τοπίο καταπληκτικό, στέκεται αιώνες τώρα ένα ακόμη Αγραφιώτικο μοναστήρι, το αναμφισβήτητα λαμπρό μνημείο της περιοχής, η Σταυροπηγιακή Ιερά Μονή Ρεντίνας, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, αλλά τιμάτε ακόμη και στην μνήμη του Αγίου Βασιλείου Αγκύρας, επειδή εκεί βρίσκεται η σεπτή του κάρα. Ο Άγιος Βασίλειος είναι προστάτης των ποιμένων και πολιούχος του χωρίου, όπου φυλάσσεται και η οκταγωνική ασημένια τίμια κάρα του, που ήλθε στην Μονή κατά την Τουρκοκρατία, αξιόλογο έργο από τους Καλλαρύτες αργυροτεχνίτες Νικόλαο και Αποστόλη Παπαγωργίου και ακόμη η φορητή εικόνα του Αγίου έργο του 1803 του ηγουμένου Δοσιθέου. Η Μονή πρωτοχτίστηκε στα Βυζαντινά χρόνια, τιμάτε με βαθύτατο σεβασμό στο όνομα της Κοίμησης της Θεοτόκου και πανηγυρίζει με- γαλοπρεπώς στις 15 Αυγούστου. Προσκυνήστε ευλαβικά την αρχαιότερη από το 1587 φορητή εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας έργο του ιερέως Δροσινού από το Φανάρι Καρδίτσας. Το ιστορικό μοναστήρι απομονωμέ- νο στο πανέμορφο φυσικό του περιβάλλον ατενίζει το χθες και το σήμερα. Το χώμα του είναι ποτισμένο με αίμα αγωνιστών, ενώ στις αυλές του έχουν αποτυπωθεί τα χνάρια χιλιάδων ανθρώπων, που πήγαν να προσκηνύσουν και να απολαύσουν την γαληνότητα του τοπίου. Το μοναστήρι είναι ένας τόπος ευ- λογημένος, ένα μικρό περιβόλι της Παναγιάς, ένας τόπος φορτισμένος με μνήμες ιστορικές και με αγώνες πνευματικούς. Στο μοναστήρι η καρδιά γαληνεύει, ο νους υψώνεται, θα νιώσετε μοναδικές στιγμές ψυχικής ανάτασης και θείας μέθεξης και το μάτι χαίρεται τα μεγαλεία του Δημιουργού. Συγκινητική είναι η προσπάθεια τού Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων κ.κ Θεόκλητου, που πρόσφατα αποφάσισε να δώσει στην Μονή κάτι από την παλιά της ακμή, δίνοντας δε μεγαλύτερη σημασία στην μοναστική ζωή, την μετέτρεψε σε γυναικεία. Σήμερα η Μονή με ηγουμένη την σεμνή και πνευματώδη Φιλοθέη αριθμεί τρεις μοναχές που θα σας καλοδεχτούν, θα σας ξεναγήσουν και θα σας κεράσουν. Μες σε τούτη τη μισοφωτισμένη παλιούρα, που βασιλεύει το λιβανωτό, ανάψτε κεράκι στην Παναγιά, προσκυνήστε ταπεινά, σταθείτε κάτω από το χλωμό φως του λαδοκάντηλου μπροστά στα βυζαντινά εικονίσματα και τις θαυμάσιες τοιχογραφίες, η μυρωδιά του λιβανιού στα πρόσωπα των αγίων, αλλού διακρίνετε την γαλήνη της ψυχής και την μακαριότητα και αλλού την αγωνία και την θλίψη. Ζήστε την αόρατη θρησκευτική ευλάβεια γύρω, ξεδιψάστε φιλήδονα, με το δροσερό νερό της βρύσης του Μοναστηριού και φάτε το λουκούμι που θα κεράσουν οι καλόγριες. Μετά την ασφαλτόστρωση πλέον του δρόμου για την Μονή, θα γίνει πια πιο προσιτή η επίσκεψη σε χιλιάδες χριστιανούς και αγαπητός τόπος προσκυνηματικών εκδρομών. Ξωκλήσια και προσκυνητάρια 
Εκτός από τους τρεις ενοριακούς ναούς, υπάρχουν και τα διασπάτα πολλά ξωκλήσια στην Ρεντίνα, έργο θεοσεβούμενων κατοίκων της, υμνούν τον Θεό, με τον δικό τους απλό, ταπεινό τρόπο, μικρά απέριττα, βυθισμένα στην σιωπή και μοναξιά μέσα στο πράσινο και στην πέτρα. Η βαθιά θρησκευτική πίστη των Ρεντινιωτών καθρεφτίζεται στο γεγονός ότι όρθωσε σε διαφορετικά υψωματάκια ολόγυρα πανέμορφα καταστόλιστα ξωκλήσια που είναι αφιερωμένα στους Αγίους της Χριστιανικής μας λατρείας και λειτουργούνται μόνο την ημέρα της γιορτής τους, τα περισσότερα δε τους καλοκαιριάτικους μήνες. Απαριθμώντας αυτά τα ρημοκλήσια που σώζονται ως σήμερα σε αρκετά καλή κατάσταση αυτά είναι: του Αγίου Αθανασίου, του Προφήτη Ηλία, του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου, της Αγίας Τριάδας, του Αγίου Βησσαρίου, της Αγίας Μαρίνας, της Κάτω Παναγιάς (γέννησης Θεοτόκου), του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου, του Αγίου Κωνσταντίνου, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Μάρκου, της Αγίας Κυριακής, του Αγίου Βλάση (δεν σώζεται σήμερα), των Αγίων Αναργύρων, του Αγίου Φανουρίου και των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Αμέτρητα δε είναι και τα πέτρινα προσκυνητάρια που συναντά κα-νείς παντού στον δρόμο για τα χωράφια και τις εξοχές. 

Παλιές παραδόσεις 
Κάποια σημαδιακά συμβάντα απ’ το βάθος των χρόνων και των μακρινών εποχών, μένουν ως τις μέρες μας τυλιγμένα μες τη άχλη του μύθου ή καλυμμένα με τον εντυπωσιακό μανδύα του θρύλου. Κατά την παράδοση την αμαρτύρητη που δεν έσβησε ο χρόνος, ας την πούμε έτσι, καθώς και τα μυθολογήματα την ιστορία τούτη. Στα πολύ παλιά χρόνια οι δυο άγιοι, ο Άγιος Γιώργης και ο Άγιος Δημήτρης μάλωναν και ο Αϊ Γιώργης έλεγε «Αϊ Δημήτρη μάκαρε και σκορποφαμελίτη εγώ μαζώνω μάνες με παιδιά και συ μου τις σκορ-πίζεις, μαζώνω και τ’ αντρόγενα, τα πολυαγαπημένα. Εγώ φέρνω την άνοιξη και συ μου την μαραίνεις, εγώ φέρνω τα πρόβατα μαζί και τους τσοπάνηδες λαλώντας τις φλογέρες». Τα άκουσαν οι χωριανοί και έχτισαν την εκκλησιά του Αγίου Γεωργίου και δίπλα το παρεκκλήσι του Αγίου Δημητρίου.
Ακόμη κατά πως μολογούσαν οι πολύ παλιοί γέροντες, στο βράχο πάνω από την «Μεγάλη» βρύση, βρέθηκε έλεγαν το εικόνισμα του Αι Νικόλα θαμμένο στη γης και τότε του ’χτησαν όμορφη εκκλησιά, τον Αϊ Νικόλα. Αργότερα γύρω στο 1850 έπεσε επιδημία πανώλης, όπου χάθηκαν χιλιάδες άνθρωποι και ερήμωσαν οι περισσότεροι οικισμοί της περιοχής. Το χωριό ολόκληρο μια μεγάλη πληγή, έφθασε στα πρόθυρα διάλυσης του, ξεκληρίστηκε από την θανατηφόρα επιδημία, που από την στοματική παράδοση είναι γνωστή σαν «μόλυνα», η επιδημία της πανώλης (πανούκλας) που ενέσκηψε είχε σαν αποτέλεσμα, άνθρωποι και ζώα λέγανε οι γεροντότεροι πέθαιναν μέσα σε μια βδομάδα από την στιγμή που προσβαλλόταν από τον μολυσματικό ιό. Τα συμπτώματα της ήταν πολύ ψηλός πυρετός και γενική εξάντληση. Από τότε η παράδοση η προφορική συμφωνεί τέλεια με την ιστορία, οι θεοσεβούμενοι Ρεντινιώτες έκτισαν περιμετρικά του χωριού πολλά ξωκλήσια για προστασία.
Επίσης ακόμα μια θαυμάσια παράδοση που καλύπτεται από τον γοητευτικό παραμυθιακό μανδύα, κάτι ανάμεσα στον θρύλο και την γοητεία του υπερφυσικού είναι και τούτο. Τον καιρό εκείνο, εκείνη την αλαργινή εποχή, στο χωριό 250 χρόνια πριν εκείνο το μήνα τον λέγανε Φεβρουάριο, ήταν μια χιονισμένη νύχτα της 10ης Φεβρουαρίου, ενώ όλοι κοιμούνται και γαλήνη βασίλευε παντού, άρχισαν να χτυπούν οι καμπάνες. Ο ήχος γλυκός, παράξενος, λες και ήταν ουράνιες. Φοβισμένοι οι χωριανοί μας σηκώθηκαν και κατευθύνθηκαν προς την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Οι καμπάνες χτυπούν μόνες τους και μέσα στην εκκλησία ακουγόταν γλυκές ψαλμωδίες. Ούτε παπάς όμως υπήρχε ούτε ψάλτης απορημένοι οι χωριανοί μπήκαν στην εκκλησία. Τότε οι καμπάνες σταμάτησαν να χτυ- πούν, οι ψαλμωδίες ακουγόταν μακρινές, ώσπου χάθηκαν. Μόνο ένα απαλό και γλυκύ φως στεφάνωνε την εικόνα του Αγίου Χαραλάμπους, αριστερά στην Ωραία Πύλη. Σήμερα οι θεοσεβούμενοι Ρεντινιώτες στον αύλειο χώρο του Αγίου Νικολάου, έχτισαν το νέο παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους. 
Μία ακόμη τοπική ανεξακρίβωτη παράδοση που δέθηκε με τον θαυμαστό θρύλο και έχει καλυφθεί απ’ ένα μυθολογικό πέπλο μας λέει και το γεγονός τούτο, ότι ο δερβέναγας Γιουσούφ Αράπης, που κατέστρεψε το Μοναστήρι κοντά στο Νεκροταφείο της Ζωοδόχου Πηγής, για την ασυλία του αυτή, φεύγοντας για την Άρτα, ο Άγιος Γεώργιος ο μεγάλος καβαλάρης με το ψαρί άλογο, του έφραξε το δρόμο εμποδίζοντας να περάσει και τον εξολόθρευσε γκρεμίζοντας τον στη σάρα μαζί με το ασκέρι του, στην τοποθεσία που λέγεται από τότε Αράπ’ Γκρεμός. Η χάρη του Θεού δεν έμεινε άνεργη, ήτανε λέει αυτό μήνυμα Θεού, πως ποτέ δεν εγκαταλείπει την Ρεντίνα. 
Υπάρχει ακόμη μια προφορική παράδοση, για ύπαρξη Τουρκικής φρουράς στην Ρεντίνα, που μάλλον επισκεπτόταν περιστασιακά το χωριό ο Μπέης. Η παράδοση αυτή μας λέει, ότι παντρευόταν κάποτε κάποιος από το χωριό Ντζαμάρας τ’ όνομα και έπαιρνε γυναίκα από το Σμόκοβο. Την Κυριακή το πρωί ξεκίνησαν από την Ρεντίνα να πάνε στο Σμόκοβο να πάρουν την νύφη. Στην επιστροφή στα Μεζάρια συνάντησαν την Τουρκική φρουρά και σύμφωνα με τον άγραφο  νόμο, έπρεπε να κατεβούν από τ’ άλογα και να προσκυνήσουν τους Τούρκους στρατιώτες. Περήφανος, παλικάρι θεριό ο Ντζαμάρας κότησε. δεν κατέβηκε κάνοντας πως δεν το ξέρει και οι Τούρκοι αγρίεψαν, τότε αυτός και τα μπρατίμια του τράβηξαν τα όπλα και τους σκότωσαν. Στην περιοχή τους έθαψαν και από τότε η περιοχή ονομάζεται Μεζάρια δηλαδή τάφοι των Τούρκων ή Τουρκομνήματα.
Μιά αξιόλογη  και σημαντική προσωπικότητα της Ρεντίνας υπύρξε ο κοτζαμπάσης των Αγράφων Τσολάκογλου Μέσα στο χωριό της Ρεντίνας, από τα παλιά ο ίσκιος της ζωής του μεγάλου άρχοντα Τσολάκογλου βαραίνει ακόμη. Την παλιά εποχή εκείνη το κοτζαπασηλίκι είχε το προβάδισμα στην Ρεντίνα, πρώτη κωμόπολη των Αγράφων Η μικρή κοινωνία των φαραγγιών των Αγράφων στη Ρεντίνα, μια κοινωνία σκληροτράχηλων οροσειβίων, προστατευμένη από τα σουλτανικά προνόμια που είχε εξασφαλίσει για το χωριό του ο κοτζαμπάσης Τσολάκογλου και η φιλία του με τον Αλή Πασά, παρουσίασε στους χρόνους της Τουρκοκρατίας μερικές ιδιαιτερότητες. Ο Δημήτρης Τσολάκογλου, μοναχοπαίδι του κεφαλοχωρίτη άρχοντα, της παλιάς δυνατής φαμίλιας του Γεωργίου Τσολάκογλου, κληρονόμησε απ’ τον πατέρα του μεγάλη περιουσία. Ο πατέρας του κοτζαμπάση Τσολάκογλου ανήκε σε παλιά αριστοκρατική οικογένεια με μεγάλη περιουσία στην Κωνσταντινούπολη και επέλεξε γύρω στα 1700 να ζήσει στα ορεινά και απάτητα από τους Τούρκους Άγραφα. Ο αφέντης και Κοτζαμπάσης Τσολάκογλου, ήταν όμορφος άντρας, στιβαρός, με μορφή συμπαθητική, εύστροφος, έξυπνος και πονηρός, το ντύσιμο του ήταν άψογο -χούι του αρχοντικό- και τα χέρια του μύριζαν πάντα λεβάντα. Παντρεύτηκε και πήρε γυναίκα του την όμορφη και πλούσια κόρη του άρχοντα Χατζαίου προεστού του Μαυρίλου Φθιώτιδας. Αυστηρός και πιεστικός, δόγμα και πρόγραμμα του: όλα τ’ άψυχα ιδιοκτησία του, κι όλα που ’χαν ψυχή, στην δούλεψη του. Το αίσθημα του ευδαιμονισμού κυβερνούσε την ψυχή του κοτζαμπάση Δημήτρη Τσολάκογλου, έβρισκε την ευτυχία στον πλούτο και γενικά στην δική του κατάσταση. Όλα ήταν καλά γι’ αυτόν στον κόσμο τούτο, όπως τα’ φτιάξε ο Θεός. Έτσι έχουν να λένε. Το σπίτι του στη Ρεντίνα, ήταν σαν κάστρο απ’ έξω, παλάτι από μέσα. Κάστρο με τα ψηλά τείχη και τα μικρά του παράθυρα, που αρχινούσαν απ’ το δεύτερο πάτωμα, σαν στενές πολεμίστρες. Υπηρέτες, παραγιοί, παρακόρες και παραδουλεύτρες κυκλοφορούσαν συνεχώς στην αυλή και άλογα πλουσιοσελωμένα, που ρουθούνιζαν τον αέρα και χλιμίντριζαν χτυπώντας το λιθόστρωτο με τις όπλες τους, μουλάρια φορτωμένα κι άλλα ξεφόρτωτα. Η μέσα πόρτα του πύργου δεν έκλεινε ποτέ. Η έξω έκλεινε μόνο τη νύχτα, με διπλές βαριές αμπάρες. Ο πύργος αυτός πυρπολήθηκε το 1822 από τον Καραϊσκάκη για στρατηγικούς λόγους, ώστε να μην αποτελεί κατάλυμα και αμυντικό προμαχώνα των Τούρκων. Ο μεγαλοκοτζαμπάσης χαιρόταν την αρχοντική και πλούσια ζωή του στο κονάκι του, χωρίς να ζητήσει από το ριζικό τίποτε περισσότερο. Το μοναδικό του πάθος, οι γυναίκες, το ικανοποιούσε με το παραπάνω, χάρη στο χρήμα και τη δύναμη του. Θα ήταν δύσκολο και αρκετά επικίνδυνο στον πατέρα ή το σύζυγο, να θυμώσει για την τιμή που ’κανε ο άρχοντας στην κόρη ή την γυναίκα του. Τίποτε τέτοιο δεν έγινε όμως ποτέ με τον Τσολάκογλου, που απέφευγε συστηματικά τα θηλυκά των τζαναμπέτηδων αρσενικών, βαριόταν τις μπλεξούρες. Η μετρημένη απλοχεριά του, η αρχοντιά και η ομορφάδα του παρουσιαστικού του, τον έκανε συμπαθέστατο σ’ όλο τον κόσμο. Στάθηκε χρήσιμος και η ζωή του δεν πέρασε ανωφέλευτη απ’ τη γη, σαν διοικητής δε, δείχθηκε σκληρός, προνοητικός και διπλωμάτης. Με τους Τούρκους τα ’χε πολύ καλά, κρατούσε σχέσεις φιλικές, ικανοποιώντας με άφθονα πεσκέσια και δοσίματα την πλεονεξία τους, κι εκείνοι τον άφηναν ήσυχο στο καματερό του. Όταν ο Αλή Πασάς, βλέποντας τον τόσο υποταχτικό του καλόβολο, του πρότεινε να συνεργαστεί στενότερα με την διοίκηση, για να χτυπηθεί η κλεφτουριά, που λυμαινόταν τα Άγραφα. Για το ρωμαίικο δεν πολυνιαζόταν ο Τσολάκογλου, μόνο που η μπόρα του ξεσηκωμού θα παρέσερνε κι αυτόν και την ευτυχία του. Έβλεπε κιόλας τι στέρνα του αδειανή, το κονάκι του πυρπολημένο, τα κτήματα του κουρσεμένα, την Τσολάκινα στο χαρέμι κάποιου πασά και τον εαυτό του κρεμασμένο σ’ ένα πλάτανο στη Λάρισα. Γιατί ας το πούμε κι αυτό. Ο κοτζαμπάσης διοικούσε την Ρεντίνα και την γύρω περιοχή με μεγάλη αυστηρότητα Τόσο αυστηρά που έφτασε σ’ ένα τυπικό αμείλικτων, άγραφων νόμων. Έπρεπε να γίνεται πάντα το δικό του. Μια από τις ιστορίες, η πιο χαρακτηριστική για την εποχή του είναι η παρακάτω: Από τον κεντρικό δρόμο της Ρεντίνας δεν μπορούσε να περάσει παρακατιανός (άνθρωπος του λαού), όταν κάθονταν εκεί το αρχοντολόι, οι προεστοί και οι πρώτοι του τόπου. Λέγεται ότι ο Τσολάκογλου ντυμένος με τ’ ακριβά τα ρούχα του, όλο ομορφιά και καμάρι-είχε μίαν απερίγραπτη ευαισθησία στο ντύσιμο του-, καθόταν ένα πρωινό με τους άλλους προεστούς της Ρεντίνας στον πλάτανο της κεντρικής πλατείας του χωριού. Όσο καθόταν εκεί στον πλάτανο οι προεστοί και οι πρωτόγεροι, κι όλοι με τ’ ασημένια μαλλιά, κανένας του λαού δεν είχε το δικαίωμα να περάσει από τον δρόμο της πλατείας. Έπρεπε να λοξοδρομήσει. Κάποτε έγινε και τούτο το παράξενο και περίεργο, ένα παλικαρόπουλο ίσαμε κει πάνω, καμιά εικοσιπενταριά χρονών, ο Θωμάς Καντάρας τ’ όνομα του, απεφάσισε να πατήσει κείνο το πρωινό τον άγραφο νόμο. Πέρασε μπρος από τους προεστούς. Κατάπληκτοι στέκονταν οι γέροντες, όταν ο Τσολάκογλου σηκώθηκε απάνω και φώναξε τον Ρεντίνα. Ο νεαρός πλησίασε και τότε με μια γροθιά ο προεστός τον έριξε καταγής. «Να δεις κι εγώ με τι τρόπο θα σε χτυπήσω» είπε το παλικάρι στον προεστό. Έφυγε αμέσως στο βουνό, ενώθηκε με τον αρχιληστή Γκολέκα και του είπε το σχέδιο του. Τον χινόπωρο του 1802 ο ληστής μαζί με τον Θωμά Καντάρα, κατέβηκαν στην Ρεντίνα και άρπαξαν την κοτζαμπασίνα Τσολάκινα. Σαν φτάσανε οι ληστές στα λημέρια τους, ζυγίσανε την αρχόντισσα και στείλανε μήνυμα στον Τσολάκογλου: πενήντα έξη πουγκιά, δηλαδή πεντακόσιες οκάδες ασήμι γύρευαν για λίτρα - είκοσι οκτώ χιλιάδες ασημένια γρόσια. Ο κοτζαμπάσης Τσολάκογλου πρόσταξε να μην κυνηγήσει κανένας τους ληστές, για να μαζέψει το ασήμι που του γύρευαν αναγκάστηκε να δανειστεί από φίλους του και να πουλήσει τα τσιφλίκια του που είχε στον Πύργο Ιθώμης, στους πρόποδες της οροσειράς των Αγράφων. Δώσανε λοιπόν το ασήμι στους ληστές και πήραν την αρχόντισσα γυναίκα. Όλα τα καλά, ωστόσο, έχουν ένα τέλος. Ύστερα από καιρό βλέπεις πανάρχαια ιστορία, ο άνθρωπος το ’χει έτσι να κυνηγά την μοίρα του, ν’ ακολουθεί το πεπρωμένο του. Ο κοτζαμπάσης Τσολάκογλου με εντολή του Χουρσίτ Πασά, απαγχονίστηκε στην Λάρισα στις 8 Ιούλη του 1822. 
Λέγεται ακόμα και αυτό  χωρίς να είναι απόλυτα τεκμηριωμένο, ότι γενάρχης πρόσωπο άλλο σημαντικό  της Ρεντίνας, ήταν κάποιος που έφερε το όνομα Ρεντίνας. Πιθανόν να ήταν τσοπάνης και το καλοκαίρι ν’ ανέβαινε με το κοπάδι του στον ορεινό αυτό τόπο και τον βρήκε κατάλληλο να καθίσει οριστικά. Πιθανόν επίσης να ήρθε στα μαχαίρια με κάποιους στα ριζά του κάμπου και για να σώσει το τομάρι του, αναγκάστηκε να φύγει και να έρθει εδώ πάνω σε μικρότερο μέρος, όπου και εγκαταστάθηκε. Όπως και να ’χει το θέμα αυτό, αυτός υπήρξε πρόγονος της θρυλικής προσωπικότητας, φημισμένης για το θάρρος και την παλικαριά, του Νάκου Ρεντινιώτη ή (Μπλαρόγιαννου). Ο Νάκος Ρεντινιώτης απέκτησε το παρανόμι Μπλαρόγιαννος, γιατί στα νεανικά του χρόνια κατέβηκε στον κάμπο, μπροστά και έξω από την Καρδίτσα, στο τσιφλίκι του Οσμάνμπεη που βρισκόταν κοντά στο παλιό τσιφλίκι του Βάργια, όπου έκλεψε δυο καλοζωισμένα μουλάρια και τα οδήγησε στα ορεινά γνωστά του κατατόπια της Ρεντίνας. Είχε καθώς το μολογούσαν λεβεντιά και θάρρος περίσσιο ο Νάκος Ρεντινιώτης και ήταν ευχάριστος στην συμπεριφορά του και γεμάτος καλοσύνη στα ζωντανά του, αφού τον ακολουθούσε πάντα – σαν πιστό σκυλί – ένα μανάρι του (μικρό αρνάκι), που τον αγαπούσε πολύ. Στα μετέπειτα χρόνια, κάποτε του επιτέθηκε ένα βόδι και ήταν έτοιμο να τον ξεκοιλιάσει, όμως ήταν τέτοιο παλικάρι ο Νάκος που το έπιασε με τα χέρια του από τα κέρατα, το ’βαλε κάτω και σφίγγοντας το στο λαιμό με δύναμη υπερβολική κατάφερε να το πνίξει. Ένα ακόμη γλαφυρό επεισόδιο από την πολυτάραχη ζωή του είναι, όταν κάποια φορά που τον κυνηγούσαν οι Τούρκοι γιατί ξεσήκωνε τους Ρεντινιώτες εναντίων τους και αυτοί μανιασμένοι θέλανε να τον ξεκάνουν Καθώς λοιπόν οι Τούρκοι καθοδηγούμενοι από τα αποτυπώματα του αλόγου του πάνω στο χιόνι, ξεκίνησαν να τον πετύχουν στο καλύβι του στην Τσάτσα για να τον συλλάβουν, όμως ο πανούργος Νάκος είχε βάλει τα πέταλα του αλόγου του ανάποδα και φαινόταν ότι πήγαινε προς την Τσάτσα, ενώ αυτός ερχόταν από την Τσάτσα στην Ρεντίνα, έτσι ξεγέλασε λοιπόν τους Τουρκαλάδες και για μια άλλη φορά έσωσε το κεφάλι του. Το πιο σημαντικό γεγονός όμως για αυτόν και για άλλους Ρεντινιώτες που είχαν κτήματα στην Τσάτσα, ήταν όταν οι κάτοικοι γειτονικών χωριών καταπάτησαν τα εύφορα κτήματα τους. Τότε ο Νάκος Ρεντινιώτης κατέδειξε το πιο αξιοθαύμαστο στοιχείο του θάρρους και της παλικαριάς του. Αφού κρέμασε την κάπα του στον στροερό ενός αλωνιού, γύρισε και είπε με δυνατή φωνή στους καταπατητές. «Αύριο που θα ’ρθω να πάρω την κάπα μου να μην βρω κανέναν σας εδώ». Τ’ άκουσαν σιωπηλά με σκυμμένο κεφάλι οι ξενοχωρίτες και πράγματι ο φόβος και ο τρόμος έπιασε τόπο και οι καταπατητές, τα μάζεψαν και έφυγαν εγκαταλείποντας αυτό το εγχείρημα τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου